Στο ταβάνι τα σημάδια απ τον καπνό
δέκα χρόνια κι ούτε μια φωτογραφία
το μυαλό μου βασανίζει η γεωγραφία
και πλανιέμαι σ έναν κόσμο μακρινό
Καταπέλτης πέφτει ο ήχος της σιωπής
το κλειδί στην κλειδαρότρυπα γυρίζει
η μορφή του πεθαμένου με φοβίζει
κι εσύ πηγές στον καθρέφτη να τα πεις
Στο δωμάτιο ξεχείλισε το φως
και το όνειρο απόμεινε στη μέση
ποιος τη λύση να μου δώσει θα μπορέσει
τώρα που φύγε για πάντα ο κηπουρός
Μεσημέρι και με θάμπωσαν τα φλας
στο καντήλι το φιτίλι ν αργοσβήνει
το μπαούλο να μυρίζει ναφθαλίνη
κι εσύ ακόμα στον καθρέφτη να μιλάς
|
Sto taváni ta simádia ap ton kapnó
déka chrónia ki ute mia fotografía
to mialó mu vasanízi i geografía
ke planiéme s énan kósmo makrinó
Katapéltis péfti o íchos tis siopís
to klidí stin klidarótripa girízi
i morfí tu pethaménu me fovízi
ki esí pigés ston kathréfti na ta pis
Sto domátio ksechilise to fos
ke to óniro apómine sti mési
pios ti lísi na mu dósi tha borési
tóra pu fíge gia pánta o kipurós
Mesiméri ke me thábosan ta flas
sto kantíli to fitíli n argosvíni
to baulo na mirízi nafthalíni
ki esí akóma ston kathréfti na milás
|