Χαθήκανε και το νερό
τους έφερε ως εδώ
Αδέσποτα χωρίς χαρτιά
με πρόσωπα στεγνά
“Εγώ που χρόνια τώρα τριγυρνώ
σαν πουλί περιπλανώμενο
μες στη μοναξιά, μες στην ξενιτιά
που δεν την αντέχω άλλο πια…”
Ξένος ήμουνα κι εγώ
πριν γίνω αφεντικό
πριν χτίσω και φτιαχτώ
πριν μάθω να ξεχνώ
Ξένος ήμουνα αλλά
εσύ είσαι ο ξένος πια
και δίπλα μου όπως ζεις
τη μέρα μου ενοχλείς
Χαθήκαμε μες στην κοιλιά
μιας μάνας που ξεχνά
Κι απ’ το εμείς το ξένο εγώ
μου λέει να μισώ
|
Chathíkane ke to neró
tus éfere os edó
Adéspota chorís chartiá
me prósopa stegná
“Egó pu chrónia tóra trigirnó
san pulí periplanómeno
mes sti monaksiá, mes stin ksenitiá
pu den tin antécho állo pia…”
Ksénos ímuna ki egó
prin gino afentikó
prin chtíso ke ftiachtó
prin mátho na ksechnó
Ksénos ímuna allá
esí ise o ksénos pia
ke dípla mu ópos zis
ti méra mu enochlis
Chathíkame mes stin kiliá
mias mánas pu ksechná
Ki ap’ to emis to kséno egó
mu léi na misó
|