Πλάι στο νερό την ίδια πάντα ώρα
πια δεν μπορώ μακριά σου να’μαι τώρα
γιατί ξαναγυρίζουν στην άμμο τα κύματά του
αφού πριν φύγει η νύχτα την άσφαλτο ζητάει η καρδιά του
Φέρνει η βραδιά αρώματα κι αρμύρα
πάντα βαθιά τα δίχτυα ρίχνει η μοίρα
δεν είμαι η θάλασσά του
δεν είμαι της καρδιάς του η ντάμα
Γιορτάζουν τα φιλιά του
στη γεύση απ’το δικό μου το κλάμα
Φωτεινός κι αν είναι ο ουρανός
δε χαράζει για μένα
Κρεμασμένη από σένανε απλώς
στο λαιμό σου η καδένα
Είμαι ένας φάρος που ανόητα ελπίζει
που χάνει το θάρρος και κλαίει σαν χωρίζει
μ’ αγαπάει το κύμα αυτό σαν Θεό
|
Plái sto neró tin ídia pánta óra
pia den boró makriá su na’me tóra
giatí ksanagirízun stin ámmo ta kímatá tu
afu prin fígi i níchta tin ásfalto zitái i kardiá tu
Férni i vradiá arómata ki armíra
pánta vathiá ta díchtia ríchni i mira
den ime i thálassá tu
den ime tis kardiás tu i ntáma
Giortázun ta filiá tu
sti gefsi ap’to dikó mu to kláma
Fotinós ki an ine o uranós
de charázi gia ména
Kremasméni apó sénane aplós
sto lemó su i kadéna
Ime énas fáros pu anóita elpízi
pu cháni to thárros ke klei san chorízi
m’ agapái to kíma aftó san Theó
|