Αν έβλεπες με τα δικά μου μάτια,
θα έπαιρνες το δρόμο της φυγής,
θα ήξερες πως γίνονται κομμάτια
τα όνειρα ολόκληρης ζωής.
Πόσοι και πόσοι δε μου είπαν “σ’ αγαπάω”,
πόσοι και πόσοι δε μου κάψαν την καρδιά!
Λες και γεννήθηκα μόναχα να πονάω
και να πληρώνω με το δάκρυ τη χαρά!
Και ποιος μ’ αγάπησε λοιπόν αληθινά;
Αν ήξερες αυτά που έχω νιώσει
σαν βγήκα στον κυκλώνα της ζωής,
θα έβλεπες για όσα έχω δώσει
πως πήρα μόνο στάλες της βροχής.
Πόσοι και πόσοι δε μου είπαν “σ’ αγαπάω”,
πόσοι και πόσοι δε μου κάψαν την καρδιά!
Λες και γεννήθηκα μόναχα να πονάω
και να πληρώνω με το δάκρυ τη χαρά!
Και ποιος μ’ αγάπησε λοιπόν αληθινά;
|
An évlepes me ta diká mu mátia,
tha épernes to drómo tis figís,
tha íkseres pos ginonte kommátia
ta ónira olókliris zoís.
Pósi ke pósi de mu ipan “s’ agapáo”,
pósi ke pósi de mu kápsan tin kardiá!
Les ke genníthika mónacha na ponáo
ke na pliróno me to dákri ti chará!
Ke pios m’ agápise lipón alithiná;
An íkseres aftá pu écho niósi
san vgíka ston kiklóna tis zoís,
tha évlepes gia ósa écho dósi
pos píra móno stáles tis vrochís.
Pósi ke pósi de mu ipan “s’ agapáo”,
pósi ke pósi de mu kápsan tin kardiá!
Les ke genníthika mónacha na ponáo
ke na pliróno me to dákri ti chará!
Ke pios m’ agápise lipón alithiná;
|