Ήρθ’ η μοίρα σαν τον κλέφτη
για ν’ αρπάξει έτσι σκληρά
τα γαλάζια σου τα μάτια
που μου δίναν τη χαρά
Ποτέ δε θα ξεχάσω τέτοια μάτια
μάτια που δε θα πάψω ποτέ ν’ αγαπώ
μάτια που τα `χα κλείσει σε παλάτια
της πιο όμορφης αγάπης το σκοπό
Ποτέ δε θα ξεχάσω τέτοια μάτια
που είχαν ζωγραφισμένο τον ουρανό
για το χαμόγελό τους, τα γινάτια
θα κρυβοσβήνω πάντα, θα πονώ
Ποτέ δε θα ξεχάσω τέτοια μάτια
μάτια που δε θα πάψω ποτέ ν’ αγαπώ
μάτια που τα `χα κλείσει σε παλάτια
της πιο όμορφης αγάπης το σκοπό
Ποτέ δε θα ξεχάσω τέτοια μάτια
που είχαν ζωγραφισμένο τον ουρανό
για το χαμόγελό τους, τα γινάτια
θα κρυβοσβήνω πάντα, θα πονώ
|
Ήrth’ i mira san ton kléfti
gia n’ arpáksi étsi sklirá
ta galázia su ta mátia
pu mu dínan ti chará
Poté de tha ksecháso tétia mátia
mátia pu de tha pápso poté n’ agapó
mátia pu ta `cha klisi se palátia
tis pio ómorfis agápis to skopó
Poté de tha ksecháso tétia mátia
pu ichan zografisméno ton uranó
gia to chamógeló tus, ta ginátia
tha krivosvíno pánta, tha ponó
Poté de tha ksecháso tétia mátia
mátia pu de tha pápso poté n’ agapó
mátia pu ta `cha klisi se palátia
tis pio ómorfis agápis to skopó
Poté de tha ksecháso tétia mátia
pu ichan zografisméno ton uranó
gia to chamógeló tus, ta ginátia
tha krivosvíno pánta, tha ponó
|