Στο δικό σου το κατώφλι ήρθα μεθυσμένος
να σου πω μια καλησπέρα παραπονεμένος
το ρολόι που χτυπάει μες την έρημη πλατεία
μες στην νύχτα μου ξυπνάει την δική μας ιστορία
Σβήσαν τ’ αστέρια της νυχτιάς από μπροστά μου
σαν εφιάλτης τώρα ζεις στα όνειρα μου
κι αν ξενύχτης έχω γίνει, και παραμιλώ
τον καημό μου τραγουδάω κλαίω και γελώ
στο δικό σου το κατώφλι ήρθα μεθυσμένος
Κλαίει απόψε η καρδιά μου στο παράθυρο σου
ντρέπεσαι να δεις κυρά μου πια τον άνθρωπο σου
έχεις δίκιο να με βλέπεις της αγάπης σου ζητιάνο
πάρε με ξανά κοντά σου πριν στην πόρτα σου πεθάνω
|
Sto dikó su to katófli írtha methisménos
na su po mia kalispéra paraponeménos
to rolói pu chtipái mes tin érimi platia
mes stin níchta mu ksipnái tin dikí mas istoría
Svísan t’ astéria tis nichtiás apó brostá mu
san efiáltis tóra zis sta ónira mu
ki an kseníchtis écho gini, ke paramiló
ton kaimó mu tragudáo kleo ke geló
sto dikó su to katófli írtha methisménos
Klei apópse i kardiá mu sto paráthiro su
ntrépese na dis kirá mu pia ton ánthropo su
échis díkio na me vlépis tis agápis su zitiáno
páre me ksaná kontá su prin stin pórta su petháno
|