Θα κλείσω πια τους δρόμους τους παλιούς
που κάποτε βαθιά σου με τραβούσαν σαν μαγνήτες,
θα κάψω σαν χαρτί και τους καημούς
που αιχμάλωτη κοντά σου με κρατούσαν τόσες νύχτες
Σαν άδειο σπίτι που παλιώνει μια ζωή να πως τελειώνει
και πως λιώνει ένα σώμα,
κι η αγάπη λέξη που λερώνει το φιλί όταν ματώνει
απ’ το ψεύτικό σου στόμα
Θα κλείσω πια τους δρόμους τους παλιούς
που με κουρέλια αγάπες με γελούσαν δίχως τύψεις
και μου ‘ταζαν φεγγάρια, αχ, κι ουρανούς
και χάρτινα παλάτια που σκορπούσαν πριν τ’ αγγίξεις
Σαν άδειο σπίτι που παλιώνει μια ζωή να πως τελειώνει
και πως λιώνει ένα σώμα,
κι η αγάπη λέξη που λερώνει το φιλί όταν ματώνει
απ’ το ψεύτικό σου στόμα
|
Tha kliso pia tus drómus tus palius
pu kápote vathiá su me travusan san magnítes,
tha kápso san chartí ke tus kaimus
pu echmáloti kontá su me kratusan tóses níchtes
San ádio spíti pu palióni mia zoí na pos telióni
ke pos lióni éna sóma,
ki i agápi léksi pu leróni to filí ótan matóni
ap’ to pseftikó su stóma
Tha kliso pia tus drómus tus palius
pu me kurélia agápes me gelusan díchos típsis
ke mu ‘tazan fengária, ach, ki uranus
ke chártina palátia pu skorpusan prin t’ angiksis
San ádio spíti pu palióni mia zoí na pos telióni
ke pos lióni éna sóma,
ki i agápi léksi pu leróni to filí ótan matóni
ap’ to pseftikó su stóma
|