Τα μάτια σου φεγγάρια, το βλέμμα σου ουρανός,
κι εγώ στην αγκαλιά σου ένας μικρός Θεός,
στου έρωτα τα χνάρια με βρήκε ο καιρός,
να παίρνω τα φιλιά σου σαν λαθροκυνηγός.
Πως, πως κατάφερες, πως,
να ‘σαι γη κι ουρανός,
στα σκοτάδια μου φως,
πως, πως κατάφερες, πως,
ένας πρώην θνητός
να `χω γίνει Θεός, πες μου πως.
Στον ήλιο της ερήμου τα χείλη σου πηγή
και νιώθω ξαφνικά αγάπη τι θα πει,
σαν μια γλυκιά κιθάρα γυρεύεις αφορμή
μια θεία μελωδία το στίχο της να βρει.
Πως, πως κατάφερες, πως,
να ‘σαι γη κι ουρανός,
στα σκοτάδια μου φως,
πως, πως κατάφερες, πως,
ένας πρώην θνητός
να ‘χω γίνει Θεός, πες μου πως,
πες μου πώς
|
Ta mátia su fengária, to vlémma su uranós,
ki egó stin agkaliá su énas mikrós Theós,
stu érota ta chnária me vríke o kerós,
na perno ta filiá su san lathrokinigós.
Pos, pos katáferes, pos,
na ‘se gi ki uranós,
sta skotádia mu fos,
pos, pos katáferes, pos,
énas próin thnitós
na `cho gini Theós, pes mu pos.
Ston ílio tis erímu ta chili su pigí
ke niótho ksafniká agápi ti tha pi,
san mia glikiá kithára girevis aformí
mia thia melodía to stícho tis na vri.
Pos, pos katáferes, pos,
na ‘se gi ki uranós,
sta skotádia mu fos,
pos, pos katáferes, pos,
énas próin thnitós
na ‘cho gini Theós, pes mu pos,
pes mu pós
|