Πως άργησες, πως άργησες
κι ακόμα δεν εφάνηκες
πόσο σ’ έχω αποθυμίσει
μα εσύ με έχεις, με έχεις λησμονήσει.
Πως άργησες, πως άργησες.
Δεν πόνεσες, δεν πόνεσες
για μένα ούτε ρώτησες
η απονιά σου μ’ έχει πληγώσει
πικρό φαρμάκι, φαρμάκι μου `χει δώσει.
Πως άργησες, πως άργησες.
Με ξέχασες, με ξέχασες
σκληρά με παραπέταξες
μα κάποια μέρα θα με ζητήσεις
μα θαν’ αργά, για μένα πια θα σβήσεις.
Πως άργησες, πως άργησες.
|
Pos árgises, pos árgises
ki akóma den efánikes
póso s’ écho apothimísi
ma esí me échis, me échis lismonísi.
Pos árgises, pos árgises.
Den póneses, den póneses
gia ména ute rótises
i aponiá su m’ échi pligósi
pikró farmáki, farmáki mu `chi dósi.
Pos árgises, pos árgises.
Me kséchases, me kséchases
sklirá me parapétakses
ma kápia méra tha me zitísis
ma than’ argá, gia ména pia tha svísis.
Pos árgises, pos árgises.
|