Σαν κάποιος θίασος μια Κυριακή
σε μια πλατεία επαρχιακή
παίζουμε, μάνα μου να η ζωή,
σαν κάποιος θίασος μια Κυριακή.
Σαν κάποιος θίασος περαστικός
παίζουμε, μάνα μου, κακήν κακώς
είμαι ο πλούσιος κι είν’ ο φτωχός,
σαν κάποιος θίασος περαστικός.
Ποια είμ’ αλήθεια, ποιος είσ’ αλήθεια,
πως να σε μάθω, να σε γνωρίσω;
Βγάλ’ τα στολίδια από τα στήθια,
πέτα τη μάσκα να σε φιλήσω.
Σε πανδαιμόνιο και μουσικές
παίζουμε, μάνα μου, παίζουμε, δες,
τους χωροφύλακες και τους ληστές,
σε πανδαιμόνιο και μουσικές.
Τα φώτα σβήσανε, γύρω σιωπή,
κανείς δεν βρήκε κάτι να πει.
Φεύγουμε, μάνα μου να η ζωή,
σαν κάποιος θίασος μια Κυριακή.
Ποια είμ’ αλήθεια, ποιος είσ’ αλήθεια,
πως να σε μάθω, να σε γνωρίσω;
Βγάλ’ τα στολίδια από τα στήθια,
πέτα τη μάσκα να σε φιλήσω.
|
San kápios thíasos mia Kiriakí
se mia platia eparchiakí
pezume, mána mu na i zoí,
san kápios thíasos mia Kiriakí.
San kápios thíasos perastikós
pezume, mána mu, kakín kakós
ime o plusios ki in’ o ftochós,
san kápios thíasos perastikós.
Pia im’ alíthia, pios is’ alíthia,
pos na se mátho, na se gnoríso;
Ogál’ ta stolídia apó ta stíthia,
péta ti máska na se filíso.
Se pandemónio ke musikés
pezume, mána mu, pezume, des,
tus chorofílakes ke tus listés,
se pandemónio ke musikés.
Ta fóta svísane, giro siopí,
kanis den vríke káti na pi.
Fevgume, mána mu na i zoí,
san kápios thíasos mia Kiriakí.
Pia im’ alíthia, pios is’ alíthia,
pos na se mátho, na se gnoríso;
Ogál’ ta stolídia apó ta stíthia,
péta ti máska na se filíso.
|