Αδύνατος, χλωμός και κουρασμένος
στα τάστα της κιθάρας σου μπλεγμένος
το τσιγαράκι σβήνεις βγαίνεις στη σκηνή
βάζεις το βίσμα, ανάβεις τον ενισχυτή.
Το λουρί της κιθάρας σαν περνάς στον ώμο
σαν άγγελος μοιάζεις, που βγήκε στο δρόμο.
Και σ’ αγαπώ, με μιαν αγάπη μαγική
σα μουσική
σαν τη μουσική.
Το βράδυ μες στο μπαρ που θα τα πιούμε
ό, τι κι αν έγινε δε θα το πούμε
μ’ αυτά τα μάτια που `χεις δε θα δεις καλό
κι εγώ να παίξεις πάλι σε παρακαλώ.
|
Adínatos, chlomós ke kurasménos
sta tásta tis kitháras su blegménos
to tsigaráki svínis vgenis sti skiní
vázis to vísma, anávis ton enischití.
To lurí tis kitháras san pernás ston ómo
san ángelos miázis, pu vgíke sto drómo.
Ke s’ agapó, me mian agápi magikí
sa musikí
san ti musikí.
To vrádi mes sto bar pu tha ta piume
ó, ti ki an égine de tha to pume
m’ aftá ta mátia pu `chis de tha dis kaló
ki egó na peksis páli se parakaló.
|