Ψυχρά, σαν ξένο πώς μπορείς και με κοιτάς,
εσύ που είχες ορκιστεί να μ’ αγαπάς.
Κι εγώ πονάω που αντικρίζω την αλήθεια.
Νύχτα σε γνώρισα, και φεύγεις νύχτα.
Τα παράπονα που έχω στην καρδιά μου μαζεμένα,
ήρθε η ώρα να τ’ ακούσεις ένα ένα:
Σε κατηγορώ γι’ αδιαφορία,
σε κατηγορώ για υποκρισία,
σε κατηγορώ γιατί έχεις πληγώσει
μια καρδιά που όλα σ’ τα είχε δώσει.
Σε κατηγορώ για αχαριστία,
σε κατηγορώ για προδοσία,
σε κατηγορώ γιατί μ’ έχεις σκοτώσει
και δεν το ‘χεις λίγο μετανιώσει.
Σε κατηγορώ.
Βροχή, στα μάτια μου ξεσπάει μια βροχή,
μπροστά, μπροστά σε μια βαλίτσα αδειανή.
Κι εσύ μου λες το σ’ αγαπώ από συνήθεια.
Νύχτα σε γνώρισα, και φεύγεις νύχτα.
Τα παράπονα που έχω στην καρδιά μου μαζεμένα,
ήρθε η ώρα να τ’ ακούσεις ένα ένα:
Σε κατηγορώ γι’ αδιαφορία,
σε κατηγορώ για υποκρισία,
σε κατηγορώ γιατί έχεις πληγώσει
μια καρδιά που όλα σ’ τα είχε δώσει.
Σε κατηγορώ για αχαριστία,
σε κατηγορώ για προδοσία,
σε κατηγορώ γιατί μ’ έχεις σκοτώσει
και δεν το ‘χεις λίγο μετανιώσει.
Σε κατηγορώ.
Σε κατηγορώ.
|
Psichrá, san kséno pós boris ke me kitás,
esí pu iches orkisti na m’ agapás.
Ki egó ponáo pu antikrízo tin alíthia.
Níchta se gnórisa, ke fevgis níchta.
Ta parápona pu écho stin kardiá mu mazeména,
írthe i óra na t’ akusis éna éna:
Se katigoró gi’ adiaforía,
se katigoró gia ipokrisía,
se katigoró giatí échis pligósi
mia kardiá pu óla s’ ta iche dósi.
Se katigoró gia acharistía,
se katigoró gia prodosía,
se katigoró giatí m’ échis skotósi
ke den to ‘chis lígo metaniósi.
Se katigoró.
Orochí, sta mátia mu ksespái mia vrochí,
brostá, brostá se mia valítsa adianí.
Ki esí mu les to s’ agapó apó siníthia.
Níchta se gnórisa, ke fevgis níchta.
Ta parápona pu écho stin kardiá mu mazeména,
írthe i óra na t’ akusis éna éna:
Se katigoró gi’ adiaforía,
se katigoró gia ipokrisía,
se katigoró giatí échis pligósi
mia kardiá pu óla s’ ta iche dósi.
Se katigoró gia acharistía,
se katigoró gia prodosía,
se katigoró giatí m’ échis skotósi
ke den to ‘chis lígo metaniósi.
Se katigoró.
Se katigoró.
|