Κοιτάω το μωρό μου στη κούνια
και βλέπω σαμπουάν και σαπούνια
γκοφρέτες, σερβιέτες και πάνες
μοντέρνες, αδίσταχτες μάνες
Μισές ατελείωτες στύσεις
να γλύφω τις διαφημίσεις
συνέχεια, η συνέχεια σε λίγο
μετράω νεκρούς στις ειδήσεις
Κλεισμένος σε τούβλα και τζάμια
τα χέρια μου χίλια πλοκάμια
πατάω κουμπιά και μουγκρίζω
σε σένα μονάχα ελπίζω
Αλέκα
Τις νύχτες ξυπνάω παγωμένος
δεμένος στον Άρειο Πάγο
αλλάζω πλευρό ιδρωμένος
βαράω κουτουλιές μ’ έναν τράγο
Τα λόγια μου βγάλαν φουσκάλες
στα πόδια μου χάσκει ο Καιάδας
κουράγιο τελειώνουν οι σκάλες
εδώ στο βυθό της Ελλάδας
Το πριν, το μετά, λίγο απ’ όλα
θα φάω κι απόψε τη φόλα
γαβγίζω, πουθενά δεν ελπίζω
σε γαμώ και σε υποστηρίζω
|
Kitáo to moró mu sti kunia
ke vlépo sabuán ke sapunia
gkofrétes, serviétes ke pánes
montérnes, adístachtes mánes
Misés ateliotes stísis
na glífo tis diafimísis
sinéchia, i sinéchia se lígo
metráo nekrus stis idísis
Klisménos se tuvla ke tzámia
ta chéria mu chília plokámia
patáo kubiá ke mugkrízo
se séna monácha elpízo
Aléka
Tis níchtes ksipnáo pagoménos
deménos ston Άrio Págo
allázo plevró idroménos
varáo kutuliés m’ énan trágo
Ta lógia mu vgálan fuskáles
sta pódia mu cháski o Keádas
kurágio teliónun i skáles
edó sto vithó tis Elládas
To prin, to metá, lígo ap’ óla
tha fáo ki apópse ti fóla
gavgizo, puthená den elpízo
se gamó ke se ipostirízo
|