Σαράντα χρόνια έφηβος κοντά μισό αιώνα
το καλοκαίρι άσπριζα,
μαύριζα τον χειμώνα.
Σαράντα χρόνια ανώριμος
ξεφτίλας Δον Κιχώτης.
Σαράντα χρόνια γκόμενος
σαράντα χρόνια πότης
Γεννήθηκα σ’ ένα χωριό
Τετάρτη μεσημέρι.
Γιατρός δε με ξεπέταξε
μα μιας μαμής το χέρι.
οι συγγενείς μαζεύτηκαν
από νωρίς στο σπίτι.
Πως είναι έτσι το παιδί
και τι μεγάλη μύτη!!
Νάνι νάνι το παιδί μας νάνι.
Νάνι νάνι και παρήγγειλα,
νάνι νάνι στην Πόλη τα προικιά του
και τα χρυσαφικά του τα παρήγγειλα.
Νάνι νάνι κι όπου
το πονεί να γιάνει, νάνι νάνι,
νάνι νάνι του.
Μα εγώ από τον ύπνο μου
την έκανα κοπάνα,
Τέντωνα τη σφεντόνα μου
σημάδευα αεροπλάνα.
Και πάνω στο καλύτερο
με ξύπναγαν με βία
για να μ’ αποκοιμήσουνε
δασκάλοι στα θρανία.
Κι ενώ όλα τα θυμόμουνα
κι είχα μυαλό ξουράφι,
να μεγαλώσω ξέχασα
και έμεινα στο ράφι.
Έτσι για πάντα κράτησα
την παιδική μου εικόνα,
εκείνου του αλητάμπουρα
που κράταγε σφεντόνα.
Ύπνε που παίρνεις τα παιδιά,
έλα πάρε και τούτο.
Μικρό μικρό σου το `δωσα,
άρχοντα φέρε μου το.
Κρύψε και τη σφεντόνα του,
φρόνιμο κάνε μου το.
Παλιέ μου φίλε, γνώριμε,
συμμαθητή, θαμώνα,
μαζί μου απόψε έφερα
εκείνη τη σφεντόνα.
Μην πάει ο νους σου στο κακό,
πουλιά δε θα χτυπήσω.
Με κότσυφες και πέρδικες
τι έχω να χωρίσω;
Τα παιδικά μας όνειρα
θα σας εκσφενδονίσω,
με χρώματα και μουσικές
θα σας τα τραγουδήσω.
Παλιέ μου φίλε, γνώριμε,
συμμαθητή, θαμώνα,
απόψε που βρεθήκαμε,
σου δίνω τη σφεντόνα.
|
Saránta chrónia éfivos kontá misó eóna
to kalokeri áspriza,
mavriza ton chimóna.
Saránta chrónia anórimos
kseftílas Don Kichótis.
Saránta chrónia gkómenos
saránta chrónia pótis
Genníthika s’ éna chorió
Tetárti mesiméri.
Giatrós de me ksepétakse
ma mias mamís to chéri.
i singenis mazeftikan
apó norís sto spíti.
Pos ine étsi to pedí
ke ti megáli míti!!
Náni náni to pedí mas náni.
Náni náni ke paríngila,
náni náni stin Póli ta prikiá tu
ke ta chrisafiká tu ta paríngila.
Náni náni ki ópu
to poni na giáni, náni náni,
náni náni tu.
Ma egó apó ton ípno mu
tin ékana kopána,
Téntona ti sfentóna mu
simádeva aeroplána.
Ke páno sto kalítero
me ksípnagan me vía
gia na m’ apokimísune
daskáli sta thranía.
Ki enó óla ta thimómuna
ki icha mialó ksuráfi,
na megalóso kséchasa
ke émina sto ráfi.
Έtsi gia pánta krátisa
tin pedikí mu ikóna,
ekinu tu alitábura
pu krátage sfentóna.
Ύpne pu pernis ta pediá,
éla páre ke tuto.
Mikró mikró su to `dosa,
árchonta fére mu to.
Krípse ke ti sfentóna tu,
frónimo káne mu to.
Palié mu fíle, gnórime,
simmathití, thamóna,
mazí mu apópse éfera
ekini ti sfentóna.
Min pái o nus su sto kakó,
puliá de tha chtipíso.
Me kótsifes ke pérdikes
ti écho na choríso;
Ta pediká mas ónira
tha sas eksfendoníso,
me chrómata ke musikés
tha sas ta tragudíso.
Palié mu fíle, gnórime,
simmathití, thamóna,
apópse pu vrethíkame,
su díno ti sfentóna.
|