Γυρεύω την μορφή σου στον καθρέφτη
Μεσάνυχτα και η ώρα δεν περνά
Ο ήχος της σιωπής σου πάλι πέφτει
Στα χείλη που δεν φίλησες ξανά
Φοβάμαι πως απόψε δεν θ’ αντέξω
Της τρέλας θα φορέσω τα φτερά
Παιχνίδι με το θάνατο θα παίξω
Μονάχα το φιλί σου μ’ αφορά
Κουράστηκα τα βράδια με τους φίλους
Τα ανόητα ξενύχτια, τα ποτά
Βαρέθηκα τα ψεύτικα τραγούδια
Σκιές χορεύουν μέσα στο μυαλό μου
Σκιές, μονάχοι μείναμε μωρό μου
Σκιές τα χρόνια μας τα σκέπασαν Σκιές
Κοιτάζω το μπλου τζιν σου στην κρεμάστρα
Που ξέβαψε σαν σκέψη μακρινή
Πως μπόρεσες να σβήσεις τόσα άστρα
Και απόμεινε η ζωή μου σκοτεινή
|
Girevo tin morfí su ston kathréfti
Mesánichta ke i óra den perná
O íchos tis siopís su páli péfti
Sta chili pu den fílises ksaná
Fováme pos apópse den th’ antékso
Tis trélas tha foréso ta fterá
Pechnídi me to thánato tha pekso
Monácha to filí su m’ aforá
Kurástika ta vrádia me tus fílus
Ta anóita kseníchtia, ta potá
Oaréthika ta pseftika tragudia
Skiés chorevun mésa sto mialó mu
Skiés, monáchi miname moró mu
Skiés ta chrónia mas ta sképasan Skiés
Kitázo to blu tzin su stin kremástra
Pu ksévapse san sképsi makriní
Pos bóreses na svísis tósa ástra
Ke apómine i zoí mu skotiní
|