Η πόλη νυσταγμένη κι ήσυχη
και κάποιος τρέχει να ξεφύγει απ’ τη σκιά του
Mα νιώθω την ψυχή ανήσυχη
και χάνομαι μες στο σκοτάδι της ασφάλτου
Κι όλο θα πω πως θα φύγω να ξεφύγω
απ’ της νύχτας τον κλοιό, από του πάθους σου το μακελειό
Μα όπως πάντα μένω
σαν μια παλιά φωτογραφία
εδώ και περιμένω
να μπεις μες στη δική μου τη φιλοσοφία
Μα όπως πάντα μένω
σαν μια παλιά φωτογραφία
σαν σώμα υποταγμένο
να φυλακίζομαι στο πάθος σου
στο πάθος σου
Σοφία
Τα όνειρα γερνούν παράλυτα
περιπλανιέμαι σε μια άδεια παραλία
Και μέσα μου πολλά και άλυτα
προβλήματα και μια κρυφή μελαγχολία
Κι όλο θα πω πως θα φύγω να ξεφύγω
απ’ της νύχτας τον κλοιό από του πάθους σου το μακελειό
Μα όπως πάντα μένω
σαν μια παλιά φωτογραφία
σαν σώμα υποταγμένο
να φυλακίζομαι στο πάθος σου
στο πάθος σου
στην τρέλα σου
Σοφία
|
I póli nistagméni ki ísichi
ke kápios tréchi na ksefígi ap’ ti skiá tu
Ma niótho tin psichí anísichi
ke chánome mes sto skotádi tis asfáltu
Ki ólo tha po pos tha fígo na ksefígo
ap’ tis níchtas ton klió, apó tu páthus su to makelió
Ma ópos pánta méno
san mia paliá fotografía
edó ke periméno
na bis mes sti dikí mu ti filosofía
Ma ópos pánta méno
san mia paliá fotografía
san sóma ipotagméno
na filakízome sto páthos su
sto páthos su
Sofía
Ta ónira gernun parálita
periplaniéme se mia ádia paralía
Ke mésa mu pollá ke álita
provlímata ke mia krifí melagcholía
Ki ólo tha po pos tha fígo na ksefígo
ap’ tis níchtas ton klió apó tu páthus su to makelió
Ma ópos pánta méno
san mia paliá fotografía
san sóma ipotagméno
na filakízome sto páthos su
sto páthos su
stin tréla su
Sofía
|