Δε λέει ο αγέρας να κοπάσει
στα κάστρα της Μονεμβασιάς
να `ρθει η σκιά σου να κοπιάσει
και στο πεζούλι της Μπασιάς
με μια ματιά να με πλαντάξει
Κλαίει στα μάτια μου απάνω
της νύχτας το τυφλό πουλί
και δεν μπορώ να ξανασάνω
ακούω τη θάλασσα βουβή
άντρα μου έλα κι ας πεθάνω
Σκίζει τη νύχτα το φεγγάρι
σαν μεθυσμένη το κοιτώ
μου μοιάζει ξέφρενο πουλάρι
κι η νύχτα λάγνο θηλυκό
άντρα μου έλα σαν φεγγάρι
Κλαίει στα μάτια μου απάνω
της νύχτας το τυφλό πουλί
και δεν μπορώ να ξανασάνω
ακούω τη θάλασσα βουβή
άντρα μου έλα κι ας πεθάνω
|
De léi o agéras na kopási
sta kástra tis Monemvasiás
na `rthi i skiá su na kopiási
ke sto pezuli tis Basiás
me mia matiá na me plantáksi
Klei sta mátia mu apáno
tis níchtas to tifló pulí
ke den boró na ksanasáno
akuo ti thálassa vuví
ántra mu éla ki as petháno
Skízi ti níchta to fengári
san methisméni to kitó
mu miázi kséfreno pulári
ki i níchta lágno thilikó
ántra mu éla san fengári
Klei sta mátia mu apáno
tis níchtas to tifló pulí
ke den boró na ksanasáno
akuo ti thálassa vuví
ántra mu éla ki as petháno
|