Η πλατεία ήταν γεμάτη, με το νόημα που ‘χει κάτι απ’ τις φωτιές.
Στις γωνίες και τους δρόμους από συντρόφους οικοδόμους, φοιτητές
Κι εσύ έφεγγες στη μέση όλου του κόσμου,
κι ήσουν φως μου, κατακόκκινη νιφάδα σε γιορτή
Σε γιορτή που δεν ξανάδα στη ζωή μου τη σκυφτή.
Η πλατεία ήτανε άδεια και τρελός απ’ τα σημάδια, σαν σκυλί
με συνθήματα σκισμένα, σ’ έναν έρωτα για σένα έχω χυθεί
Στ’ αμφιθέατρο σε ψάχνω, στους διαδρόμους και τους δρόμους,
και ζητώ πληροφορίες και υλικό
Να φωτίσω τις αιτίες που μ’ αφήνουνε μισό.
Η πλατεία είναι γεμάτη κι απ’ το πρόσωπό σου κάτι έχει σωθεί
στον αγώνα του συντρόφου, στην αγωνία αυτού του τόπου για ζωή
στα παιδιά και τους εργάτες, στους πολίτες, στους οπλίτες,
στα πλακάτ και τη σκανδάλη που χτυπά
Η συγκέντρωση ανάβει κι όλα είναι συνειδητά.
|
I platia ítan gemáti, me to nóima pu ‘chi káti ap’ tis fotiés.
Stis goníes ke tus drómus apó sintrófus ikodómus, fitités
Ki esí éfenges sti mési ólu tu kósmu,
ki ísun fos mu, katakókkini nifáda se giortí
Se giortí pu den ksanáda sti zoí mu ti skiftí.
I platia ítane ádia ke trelós ap’ ta simádia, san skilí
me sinthímata skisména, s’ énan érota gia séna écho chithi
St’ amfithéatro se psáchno, stus diadrómus ke tus drómus,
ke zitó pliroforíes ke ilikó
Na fotíso tis etíes pu m’ afínune misó.
I platia ine gemáti ki ap’ to prósopó su káti échi sothi
ston agóna tu sintrófu, stin agonía aftu tu tópu gia zoí
sta pediá ke tus ergátes, stus polítes, stus oplítes,
sta plakát ke ti skandáli pu chtipá
I sigkéntrosi anávi ki óla ine siniditá.
|