Στην πόρτα του παράδεισου
μια νύχτα με τ’ αγιάζι
ένα πουλάκι κάθεται
με πόνο και μαράζι
και τραγουδάει και μιλάει
και βαριαναστενάζει.
Στην πόρτα του παράδεισου
μια νύχτα με τ’ αγιάζι.
Την πόρτα ετούτη όποιος περνά
μονάχος τη διαβαίνει
δεν έχει φίλο να πονά
μήτε μανούλα ν’ αγρυπνά
και να τον περιμένει.
Στην πόρτα του παράδεισου
φυτρώνει ένα δεντράκι
μα του καημού τα δάκρυα
του γίνανε φαρμάκι
κι ο χωρισμός κι η ξενιτιά
αχ αυτή η ξενιτιά
μαχαίρι και φαρμάκι.
Στην πόρτα του παράδεισου
φυτρώνει ένα δεντράκι.
|
Stin pórta tu parádisu
mia níchta me t’ agiázi
éna puláki káthete
me póno ke marázi
ke tragudái ke milái
ke varianastenázi.
Stin pórta tu parádisu
mia níchta me t’ agiázi.
Tin pórta etuti ópios perná
monáchos ti diaveni
den échi fílo na poná
míte manula n’ agripná
ke na ton periméni.
Stin pórta tu parádisu
fitróni éna dentráki
ma tu kaimu ta dákria
tu ginane farmáki
ki o chorismós ki i ksenitiá
ach aftí i ksenitiá
macheri ke farmáki.
Stin pórta tu parádisu
fitróni éna dentráki.
|