Ένα κοχύλι μέσ’ το φως του φεγγαριού
το στόμα του παλικαριού
Μέσα στο φύσημα τ’ ανέμου
σε καρτερώ να `ρθείς καλέ μου
στον ήλιο του μεσημεριού
Ένα στεφάνι παπαρούνες στα μαλλιά
και στην καρδιά μου φτερουγίζουν δυο πουλιά
στάζουν τα χείλη σου αρμύρα
δέθηκα στην δική σου μοίρα
στο ήλιο του μεσημεριού
Γράφω στην άμμο με κλωστές του φεγγαριού
τ’ όνομα του παλικαριού
γίναν πουλιά τα δυο μου χέρια
κι απλώνονται ψηλά στ’ αστέρια
στον ήλιο του μεσημεριού
Πλέκω κορδέλες με τα φύκια του γιαλού
κι αν δε σε βρω σηκώνω άγκυρα γι’ αλλού
μήνυμα στέλνω μ’ έναν γλάρο
θά `ρθω καλή μου να σε πάρω
στον ήλιο του μεσημεριού
|
Έna kochíli més’ to fos tu fengariu
to stóma tu palikariu
Mésa sto físima t’ anému
se karteró na `rthis kalé mu
ston ílio tu mesimeriu
Έna stefáni paparunes sta malliá
ke stin kardiá mu fterugizun dio puliá
stázun ta chili su armíra
déthika stin dikí su mira
sto ílio tu mesimeriu
Gráfo stin ámmo me klostés tu fengariu
t’ ónoma tu palikariu
ginan puliá ta dio mu chéria
ki aplónonte psilá st’ astéria
ston ílio tu mesimeriu
Pléko kordéles me ta fíkia tu gialu
ki an de se vro sikóno ágkira gi’ allu
mínima stélno m’ énan gláro
thá `rtho kalí mu na se páro
ston ílio tu mesimeriu
|