Μανούλα μου,
μου ’δωσες μια ζωή και μου ’πες “Ζήσε”,
μα πώς να ζήσω σ’ αυτό τον κόσμο το σκληρό;
Μου ’δωσες μια καρδιά γεμάτη αγάπη,
μα τόσο δάκρυ δεν το αντέχω να το πιω.
Συγγνώμη, μάνα μου, χίλια συγγνώμη,
μα μου το λιώσαν το κορμί μου οι πόνοι.
Συγγνώμη, μάνα μου, εγώ θα φύγω,
δεν τη μπορώ την απονιά.
Συγγνώμη, μάνα μου, χίλια συγγνώμη,
μα μου το λιώσαν το κορμί μου οι πόνοι.
Συγγνώμη, μάνα μου, εγώ θα φύγω,
ταξίδι για τη λησμονιά.
Μανούλα μου,
μου έμαθες να πιστεύω στη θυσία,
μα υποκρισία έχει η ζωή μας και ψευτιά.
Μου ’δειξες τον πιο δύσκολο το δρόμο,
μα η πίκρα μόνο μου έχει μείνει συντροφιά.
|
Manula mu,
mu ’doses mia zoí ke mu ’pes “Zíse”,
ma pós na zíso s’ aftó ton kósmo to skliró;
Mu ’doses mia kardiá gemáti agápi,
ma tóso dákri den to antécho na to pio.
Singnómi, mána mu, chília singnómi,
ma mu to liósan to kormí mu i póni.
Singnómi, mána mu, egó tha fígo,
den ti boró tin aponiá.
Singnómi, mána mu, chília singnómi,
ma mu to liósan to kormí mu i póni.
Singnómi, mána mu, egó tha fígo,
taksídi gia ti lismoniá.
Manula mu,
mu émathes na pistevo sti thisía,
ma ipokrisía échi i zoí mas ke pseftiá.
Mu ’dikses ton pio dískolo to drómo,
ma i píkra móno mu échi mini sintrofiá.
|