Σε μια βαλίτσα κρύβω χρόνια, αποχωρώ,
στη μαύρη θάλασσα τις πίκρες μου πετώ
κι αν με ρωτήσουν, γιατί μόνος μου περνώ,
καρδιά θα δείξω που κομμάτια της σκορπώ.
Είναι πικρό, είναι σκληρό,
είναι μαχαίρι κοφτερό.
Αχ, να μπορούσα θάλασσα,
τα χρόνια μου, τα χρόνια μου να άλλαζα!
Αχ, να μπορούσα, θάλασσα,
χίλιες φωτιές στα τόσα λάθη να ‘βαζα!
Σε μια βαλίτσα κρύβω κύματα σιωπές,
λέξεις που χάθηκαν σε λάθος μας στιγμές
και μ’ ένα αντίο η δική μας πινελιά
γράφει το τέλος στην αγάπη την παλιά.
|
Se mia valítsa krívo chrónia, apochoró,
sti mavri thálassa tis píkres mu petó
ki an me rotísun, giatí mónos mu pernó,
kardiá tha dikso pu kommátia tis skorpó.
Ine pikró, ine skliró,
ine macheri kofteró.
Ach, na borusa thálassa,
ta chrónia mu, ta chrónia mu na állaza!
Ach, na borusa, thálassa,
chílies fotiés sta tósa láthi na ‘vaza!
Se mia valítsa krívo kímata siopés,
léksis pu cháthikan se láthos mas stigmés
ke m’ éna antío i dikí mas pineliá
gráfi to télos stin agápi tin paliá.
|