Πράσινο θρανίο,
μπλε στυλό, εμπριμέ το βιβλίο
τριάντα μαθητές, τρεις σειρές, δύο δύο
περάσαν οι σκέψεις μα δεν είπαν αντίο
Για θυμήσου, τη διπλανή σου
δυνατά στην αυλή τη φωνή σου
τα πρώτα μας πάρτι, κάπου το Μάρτη
κι η πρώτη γυναίκα μαζί στο κρεβάτι
Όταν πηγαίναμε μαζί σχολείο
καθόσουνα στο διπλανό θρανίο
κι όταν μου έδινες το βιβλίο
μου ‘λεγες σ’ αγαπώ
Στης γειτονιάς το κοντινό παρκάκι
έπαιζες πάντα σαν μικρό παιδάκι
κι όταν φιλιόμασταν στο παγκάκι
μου `λεγες σ’ αγαπώ
Τώρα γράφω για σένα, κι όλα είναι βγαλμένα
απ’ την ψυχή μου σε σένα, στο μυαλό μου ολοένα
η μορφή σου σε μένα, όπως τότε σχολείο
μου ‘χες πει για αστείο, δε θα γράψεις για μένα
Είμαι πάλι κοντά σου, μ ένα στίχο δείχνω
δεν ξεχνάω ότι βρίσκω ανεκτίμητο
είναι συγκινητικό είμαι κοντά σου εγώ
ετσι απλά σ’ αγαπώ, έτσι απλά σ’ αγαπώ
Τώρα πια δεν πηγαίνουμε μαζί σχολείο
τώρα πια δεν καθόμαστε στο ίδιο θρανίο
τώρα πια δε μου δίνεις το βιβλίο
όμως και τώρα αν σε δω θα σου πω σ’ αγαπώ
Θυμάσαι σου χα πει θα σου γράψω μια μέρα
ένα τραγούδι να τα ακούς και να το νιώθεις στον αέρα
έκανες πολλά για μένα και γι’ αυτό
νομίζω ήρθε η ώρα να σου πω ευχαριστώ
Μα τώρα αγάπη μου πέρασαν χρόνια
δεν ήταν παρά μόνο μια εικόνα
που έχει μείνει μες την καρδιά μου
να μου λέει σ’ αγαπώ
Μα κάποια μέρα θα ‘ρθεις πάλι πίσω
τα δυο γλυκά σου χείλη να φιλήσω
κι όταν αγάπη μου σε ρωτήσω
θα μου πεις σ’ αγαπώ
Όταν πηγαίναμε μαζί σχολείο
την πρώτη ώρα πάντα κάναμε σκασιαρχείο
βόλτες στη βροχή στο κρύο
κι όταν πηγαίναμε στην τάξη στο ίδιο θρανίο
Στο ίδιο βιβλίο που μου ‘γραψες σ’ αγαπώ
το κρατώ δεν ξεχνώ κάθε ιστορία
γέλια φασαρία, δε μας ένοιαζε η φυσική κι η γεωμετρία
εμείς είχαμε βρει τη δικιά μας χημεία
Θα θυμάμαι πάντα το πρώτο μου δάκρυ
όταν σε πρωτοφίλησα στης αυλής την άκρη
φοβόσουνα, κρυβόσουνα γιατί ήσουνα πρωτάρα
μα είχες την τιμή να σαι η πρώτη του Τάρα
Τώρα σε συνάντησα σε κοίταξα και σάστισα
γύρισα σελίδα το παρελθόν νοστάλγησα
μου θύμισες πως είναι ν’ αγαπάς σαν τρελαμένος
θα χεις πάντα ένα κομμάτι μου κι αυτό πάρε σαν τέλος
Και η αγάπη μας θα ζήσει αιώνια
δε θα τη σβήσουνε ποτέ τα χρόνια
κι όταν γεράσουμε πια ακόμα
θα μου λες σ’ αγαπώ
|
Prásino thranío,
ble stiló, ebrimé to vivlío
triánta mathités, tris sirés, dío dío
perásan i sképsis ma den ipan antío
Gia thimísu, ti diplaní su
dinatá stin avlí ti foní su
ta próta mas párti, kápu to Márti
ki i próti gineka mazí sto kreváti
Όtan pigename mazí scholio
kathósuna sto diplanó thranío
ki ótan mu édines to vivlío
mu ‘leges s’ agapó
Stis gitoniás to kontinó parkáki
épezes pánta san mikró pedáki
ki ótan filiómastan sto pagkáki
mu `leges s’ agapó
Tóra gráfo gia séna, ki óla ine vgalména
ap’ tin psichí mu se séna, sto mialó mu oloéna
i morfí su se ména, ópos tóte scholio
mu ‘ches pi gia astio, de tha grápsis gia ména
Ime páli kontá su, m éna stícho dichno
den ksechnáo óti vrísko anektímito
ine sigkinitikó ime kontá su egó
etsi aplá s’ agapó, étsi aplá s’ agapó
Tóra pia den pigenume mazí scholio
tóra pia den kathómaste sto ídio thranío
tóra pia de mu dínis to vivlío
ómos ke tóra an se do tha su po s’ agapó
Thimáse su cha pi tha su grápso mia méra
éna tragudi na ta akus ke na to nióthis ston aéra
ékanes pollá gia ména ke gi’ aftó
nomízo írthe i óra na su po efcharistó
Ma tóra agápi mu pérasan chrónia
den ítan pará móno mia ikóna
pu échi mini mes tin kardiá mu
na mu léi s’ agapó
Ma kápia méra tha ‘rthis páli píso
ta dio gliká su chili na filíso
ki ótan agápi mu se rotíso
tha mu pis s’ agapó
Όtan pigename mazí scholio
tin próti óra pánta káname skasiarchio
vóltes sti vrochí sto krío
ki ótan pigename stin táksi sto ídio thranío
Sto ídio vivlío pu mu ‘grapses s’ agapó
to krató den ksechnó káthe istoría
gélia fasaría, de mas éniaze i fisikí ki i geometría
emis ichame vri ti dikiá mas chimia
Tha thimáme pánta to próto mu dákri
ótan se protofílisa stis avlís tin ákri
fovósuna, krivósuna giatí ísuna protára
ma iches tin timí na se i próti tu Tára
Tóra se sinántisa se kitaksa ke sástisa
girisa selída to parelthón nostálgisa
mu thímises pos ine n’ agapás san trelaménos
tha chis pánta éna kommáti mu ki aftó páre san télos
Ke i agápi mas tha zísi eónia
de tha ti svísune poté ta chrónia
ki ótan gerásume pia akóma
tha mu les s’ agapó
|