Μέσα στη λαχαναγορά
Μια νύχτα με το γκάζι
Βγάζει ένας κλέφτης δυο χαρτιά
Κι αρχίζει να διαβάζει
Λογαριασμοί και σφάλματα
Και χρόνια χαλασμένα
Τα πάθη του σαν τάματα
Περνούν ξεθωριασμένα
Καθώς κοιτά θυμήθηκε
Καθώς κοιτά ξεχνιέται
Κανείς δεν τον λυπήθηκε
Κι αυτός αποκοιμιέται
Μέσα στη λαχαναγορά
Το γκάζι όταν σβήνει
Βγαίνει ο αγέρας και σκορπά
Καπνό και ασετιλίνη
Τον πιάνει το παράπονο
Και στ’ αναφιλητό του
Ζητά να τού’ρθει πληρωμή
Αυτό που’ναι γραφτό του
Την νύχτα φεύγει σαν πουλί
Τα δυο του μάτια κλείνει
Η φλόγα τρέμει της ζωής
Κι όταν χαράξει σβήνει
|
Mésa sti lachanagorá
Mia níchta me to gkázi
Ogázi énas kléftis dio chartiá
Ki archízi na diavázi
Logariasmi ke sfálmata
Ke chrónia chalasména
Ta páthi tu san támata
Pernun ksethoriasména
Kathós kitá thimíthike
Kathós kitá ksechniéte
Kanis den ton lipíthike
Ki aftós apokimiéte
Mésa sti lachanagorá
To gkázi ótan svíni
Ogeni o agéras ke skorpá
Kapnó ke asetilíni
Ton piáni to parápono
Ke st’ anafilitó tu
Zitá na tu’rthi pliromí
Aftó pu’ne graftó tu
Tin níchta fevgi san pulí
Ta dio tu mátia klini
I flóga trémi tis zoís
Ki ótan charáksi svíni
|