Μες στην καρδιά μου φύτεψες
της πίκρας το λουλούδι.
Είναι ο πόνος μου,
είναι το δάκρυ μου,
το φαρμάκι που με κερνάς.
Εσύ το φύτεψες,
εσύ το πότισες
με το χέρι της απονιάς.
Βαθιά σε μαύρο πέλαγος
θα πνίξω την καρδιά μου,
καρδιά που έφταιξε
κι εσένα αγάπησε,
απ’ το κύμα ας σκεπαστεί.
Κι εσύ που πρόδωσες
την αγάπη μου
να ’χεις το κρίμα μες στη ζωή.
|
Mes stin kardiá mu fítepses
tis píkras to luludi.
Ine o pónos mu,
ine to dákri mu,
to farmáki pu me kernás.
Esí to fítepses,
esí to pótises
me to chéri tis aponiás.
Oathiá se mavro pélagos
tha pníkso tin kardiá mu,
kardiá pu éftekse
ki eséna agápise,
ap’ to kíma as skepasti.
Ki esí pu pródoses
tin agápi mu
na ’chis to kríma mes sti zoí.
|