Σ’ ανάμνηση σου ετούτο το κρασί,
σπονδή στη θύμησή σου και λατρεία,
για σένα κάνω απόψε σιωπηλή
θυσία.
Στο πάτωμα χρυσάνθεμα χλωμά
και δίπλα μια παλιά φωτογραφία,
στη θύμηση σου κάνουν ταπεινά
θυσία
Μονάχα μια παρηγοριά μου μένει
τη νύχτα αυτή που χάνεται η ζωή μου,
θα ξέρω το ραδιόφωνο πως φέρνει,
πως φέρνει όπου και να `σαι τη φωνή μου,
σου φέρνει όπου και να `σαι τη φωνή μου.
Χαϊδεύω στην κιθάρα μου ένα λα
και μόνη της κυλά η μελωδία,
θλιμμένες νότες κάνουν απαλά
θυσία.
Στην πόρτα μου χτυπάει ο βοριάς,
ποτάμια η βροχή στην τζαμαρία,
απόψε ο Θεός κάνει για μας
θυσία.
|
S’ anámnisi su etuto to krasí,
spondí sti thímisí su ke latria,
gia séna káno apópse siopilí
thisía.
Sto pátoma chrisánthema chlomá
ke dípla mia paliá fotografía,
sti thímisi su kánun tapiná
thisía
Monácha mia parigoriá mu méni
ti níchta aftí pu chánete i zoí mu,
tha kséro to radiófono pos férni,
pos férni ópu ke na `se ti foní mu,
su férni ópu ke na `se ti foní mu.
Chaidevo stin kithára mu éna la
ke móni tis kilá i melodía,
thlimménes nótes kánun apalá
thisía.
Stin pórta mu chtipái o voriás,
potámia i vrochí stin tzamaría,
apópse o Theós káni gia mas
thisía.
|