Για κοίτα πόσο μόνοι μας θα μείνουμε κι απόψε,
αγάλματα η πόλη μας εγέμισε πολλά.
Μα φίλησε τα χείλη μου κι ένα κουράγιο κόψε,
ποτάμι η αγάπη μας στο πέλαγο κυλά.
Τίποτα, δεν έχει μείνει τίποτα.
Οι δρόμοι κουραστήκανε, γεράσανε τα πάρκα.
Αγάπη μου, όλα είναι ύποπτα,
τίποτα δεν έχει μείνει, τίποτα.
Για κοίτα πόσο ψεύτικα γελάνε μες στους δρόμους,
μικραίνουνε τα σώματα από τις διαδρομές.
Μα κράτησε τα χέρια μου, φτερά βάλ’ τα στους ώμους,
εμείς θα ταξιδεύουμε, αγάπη μου, στο χτες.
|
Gia kita póso móni mas tha minume ki apópse,
agálmata i póli mas egémise pollá.
Ma fílise ta chili mu ki éna kurágio kópse,
potámi i agápi mas sto pélago kilá.
Típota, den échi mini típota.
I drómi kurastíkane, gerásane ta párka.
Agápi mu, óla ine ípopta,
típota den échi mini, típota.
Gia kita póso pseftika geláne mes stus drómus,
mikrenune ta sómata apó tis diadromés.
Ma krátise ta chéria mu, fterá vál’ ta stus ómus,
emis tha taksidevume, agápi mu, sto chtes.
|