Πετάς τασάκια πάνω στους τοίχους
κι εγώ την εικόνα σου φτιάχνω με ήχους
με μια κιθάρα που δεν έχει χορδές
Τα μάτια σου τρένα που ασύλληπτα τρέχουν
γραμμές στην αγάπη μου τώρα δεν έχουν
στο απόλυτο τίποτα μ’ έχεις δεμένο
μια λάμψη να είσαι κι εγώ στο σκοτάδι να ζω
Τίποτα στο τίποτά σου
στο στυγνό σου “άντε χάσου”
με κουρέλιασες κανονικά
Τίποτα στο τίποτά σου
απουσία είμαι μπροστά σου
παραβιασμένη κλειδαριά
Πετάς τα δώρα που σου ’χω φέρει
το βλέμμα σου κόβει σαν ένα μαχαίρι
και το ρολόι της αγάπης μας σπάει
ένα άγριο κύμα από μέσα σου βγαίνει
στα βράχια με ρίχνει μακριά σου με σέρνει
στο απόλυτο τίποτα μ’ έχεις δεμένο
μια λάμψη να είσαι κι εγώ στο σκοτάδι να ζω
|
Petás tasákia páno stus tichus
ki egó tin ikóna su ftiáchno me íchus
me mia kithára pu den échi chordés
Ta mátia su tréna pu asíllipta tréchun
grammés stin agápi mu tóra den échun
sto apólito típota m’ échis deméno
mia lámpsi na ise ki egó sto skotádi na zo
Típota sto típotá su
sto stignó su “ánte chásu”
me kuréliases kanoniká
Típota sto típotá su
apusía ime brostá su
paraviasméni klidariá
Petás ta dóra pu su ’cho féri
to vlémma su kóvi san éna macheri
ke to rolói tis agápis mas spái
éna ágrio kíma apó mésa su vgeni
sta vráchia me ríchni makriá su me sérni
sto apólito típota m’ échis deméno
mia lámpsi na ise ki egó sto skotádi na zo
|