Γυάλινη πόλη κι ένας άνεμος αλάνι,
σκόνη στους πάγκους, στις βιτρίνες και στα ράφια,
γίναν τα τάστα της κιθάρας μου ξυράφια,
κι εσύ έχεις χρόνια να κατέβεις στο λιμάνι.
Σαν το διαμάντι το γυαλί μ’ έχει χαράξει,
ήρθα και φεύγω μ’ αδειανά τα δυο μου χέρια,
θέλει αστέρι μου ατέλειωτα νυχτέρια,
να γίνει η κάμπια χρυσαλίδα και μετάξι.
Μορφές αγίων σ’ έναν τοίχο μαυρισμένο,
στον Ιορδάνη τους τα λόγια μου βαφτίζω,
βλέπω τα αρώματα, τα χρώματα μυρίζω,
κι όλο προσμένω σ’ ένα πλοίο βυθισμένο.
Σαν το διαμάντι το γυαλί μ’ έχει χαράξει,
ήρθα και φεύγω μ’ αδειανά τα δυο μου χέρια,
θέλει αστέρι μου ατέλειωτα νυχτέρια,
να γίνει η κάμπια χρυσαλίδα και μετάξι.
Λερά σεντόνια σε δωμάτια νοικιασμένα,
Άργος, Μυκήνες, Σαντορίνη και Μαντείο,
όλη η ζωή μου καλώς ήρθες και αντίο,
σκόρπια στιχάκια σε πακέτα πεταμένα.
Σαν το διαμάντι το γυαλί μ’ έχει χαράξει,
ήρθα και φεύγω μ’ αδειανά τα δυο μου χέρια,
θέλει αστέρι μου ατέλειωτα νυχτέρια,
να γίνει η κάμπια χρυσαλίδα και μετάξι.
|
Giálini póli ki énas ánemos aláni,
skóni stus págkus, stis vitrínes ke sta ráfia,
ginan ta tásta tis kitháras mu ksiráfia,
ki esí échis chrónia na katévis sto limáni.
San to diamánti to gialí m’ échi charáksi,
írtha ke fevgo m’ adianá ta dio mu chéria,
théli astéri mu atéliota nichtéria,
na gini i kábia chrisalída ke metáksi.
Morfés agion s’ énan ticho mavrisméno,
ston Iordáni tus ta lógia mu vaftízo,
vlépo ta arómata, ta chrómata mirízo,
ki ólo prosméno s’ éna plio vithisméno.
San to diamánti to gialí m’ échi charáksi,
írtha ke fevgo m’ adianá ta dio mu chéria,
théli astéri mu atéliota nichtéria,
na gini i kábia chrisalída ke metáksi.
Lerá sentónia se domátia nikiasména,
Άrgos, Mikínes, Santoríni ke Mantio,
óli i zoí mu kalós írthes ke antío,
skórpia stichákia se pakéta petaména.
San to diamánti to gialí m’ échi charáksi,
írtha ke fevgo m’ adianá ta dio mu chéria,
théli astéri mu atéliota nichtéria,
na gini i kábia chrisalída ke metáksi.
|