Αυτός με τη βραχνή φωνή
που μια βραδιά με φίλησε
αυτός, αυτός, σε μια στιγμή
μου `δωσε ολόκληρη ζωή
κι ύστερα την ξεφύλλισε.
Το πέτσινο σακάκι του
το έστρωσε στο χώμα.
Ας ήταν το φαρμάκι του
να το ‘πινα ακόμα.
Αυτός που ήρθε βιαστικός
και φεύγοντας με λάβωσε
αυτός, αυτός, το ξέρω πως
ήταν στο βάθος του κακός
μα την καρδιά μου σκλάβωσε.
|
Aftós me ti vrachní foní
pu mia vradiá me fílise
aftós, aftós, se mia stigmí
mu `dose olókliri zoí
ki ístera tin ksefíllise.
To pétsino sakáki tu
to éstrose sto chóma.
As ítan to farmáki tu
na to ‘pina akóma.
Aftós pu írthe viastikós
ke fevgontas me lávose
aftós, aftós, to kséro pos
ítan sto váthos tu kakós
ma tin kardiá mu sklávose.
|