Σχέση ρουτίνας και πλήξης τρελής
σχέση ταπείνωσης και προσμονής
πως το αντέξαν μπαμπάς και μαμά
και ο θείος ο Μίμης κι Βέμπω η θεά;
Σχέση του γάμου του συμβιβασμού
μα το ρεφραίν ανεβαίνει αλλού,
νύχτα στον κήπο στα τζάμια βροχή
σαν παλιά μελωδία στο αμπαζούρ το θαλασσί.
Μονάχος μιλάς μπουμπουκάκι
να μπω λιγουλάκι κι εγώ
τα δυο ποδαράκια μου πάγοι
στα δυο τα ζεστά σου ας χωθούν,
που σβήσαν τα σώματα οι σπάγκοι
με τέτοιο Φλεβάρη καιρό.
Σ’ αγαπώ σε παντρεύομαι,
σ’ αγαπώ σ’ ονειρεύομαι,
σ’ αγαπώ είμαι παιδάκι σου
μια φωτιά στο καθρεφτάκι σου.
Σ’ αγαπώ μάτια, ξανθά μαλλιά,
σ’ αγαπώ χείλη ρόδινα,
πορφυρά, μεταξωτά παντού
του ουρανού και του προσώπου αυτού.
Σχέση διαψεύσεων, σχέση πληγών,
λάτιν με πλάτη κι οι δυο οκλαδόν.
Ξάφνου ο στίχος αρπάζει φωτιά
κατακόκκινα τζάμια κι ο ήλιος βουτιά.
Στην Πατησίων μια δύση χρυσή
ήλιε αρχηγέ μου ρεφραίν μου εσύ,
απ’ τον φεγγίτη του μπάνιου πηδάς
κι όλο κάλτσες, σλιπάκια στα πλακάκια σκορπάς.
Τα βλέφαρα κλείσε ζουζούνι
και σκύψε τη γκλάβα σου εδώ
μην πάει στα μάτια σαπούνι
και πεις πως σε τύφλωσα εγώ,
στην κάμαρα σου `χω κουστούμι
κουκλί στο χορό να σε ιδώ.
Σ’ αγαπώ σε παντρεύομαι,
σ’ αγαπώ σ’ ονειρεύομαι,
σ’ αγαπώ είμαι παιδάκι σου
μια φωτιά στο καθρεφτάκι σου.
Σ’ αγαπώ μάτια, ξανθά μαλλιά,
σ’ αγαπώ χείλη ρόδινα,
πορφυρά, μεταξωτά παντού
του ουρανού και του προσώπου αυτού.
|
Schési rutínas ke plíksis trelís
schési tapinosis ke prosmonís
pos to antéksan babás ke mamá
ke o thios o Mímis ki Oébo i theá;
Schési tu gámu tu simvivasmu
ma to refren aneveni allu,
níchta ston kípo sta tzámia vrochí
san paliá melodía sto abazur to thalassí.
Monáchos milás bubukáki
na bo liguláki ki egó
ta dio podarákia mu pági
sta dio ta zestá su as chothun,
pu svísan ta sómata i spágki
me tétio Flevári keró.
S’ agapó se pantrevome,
s’ agapó s’ onirevome,
s’ agapó ime pedáki su
mia fotiá sto kathreftáki su.
S’ agapó mátia, ksanthá malliá,
s’ agapó chili ródina,
porfirá, metaksotá pantu
tu uranu ke tu prosópu aftu.
Schési diapsefseon, schési pligón,
látin me pláti ki i dio okladón.
Ksáfnu o stíchos arpázi fotiá
katakókkina tzámia ki o ílios vutiá.
Stin Patisíon mia dísi chrisí
ílie archigé mu refren mu esí,
ap’ ton fengiti tu bániu pidás
ki ólo káltses, slipákia sta plakákia skorpás.
Ta vléfara klise zuzuni
ke skípse ti gkláva su edó
min pái sta mátia sapuni
ke pis pos se tíflosa egó,
stin kámara su `cho kustumi
kuklí sto choró na se idó.
S’ agapó se pantrevome,
s’ agapó s’ onirevome,
s’ agapó ime pedáki su
mia fotiá sto kathreftáki su.
S’ agapó mátia, ksanthá malliá,
s’ agapó chili ródina,
porfirá, metaksotá pantu
tu uranu ke tu prosópu aftu.
|