Πήρες τον άσχημο το δρόμο τώρα πια
πήρες το δρόμο τον κακό τον κολασμένο
της αμαρτίας πήρες την κατηφοριά
που θα σε κάνει ένα κορμί δυστυχισμένο.
Μπορεί να με κατέστρεψες
εγώ όμως σε λυπάμαι
θέλω να ζήσω για να δω
το τέλος σου ποιο θα `ναι.
Αν καταστράφηκα αιτία είσ’ εσύ
εσύ που μ’ έκανες να ζω στην καταφρόνια
μα τώρα που `μαθα πως ζεις μες στη ντροπή
δε σε μισώ μα μόνο αισθάνομαι συμπόνια.
Με κατηγόρησες πως ήμουνα φτωχός
και δεν μπορούσαμε να ζούμε εμείς οι δύο
μα δεν εσκέφτηκες καθόλου δυστυχώς
πως και η φτώχεια έχει κάποιο μεγαλείο.
|
Píres ton áschimo to drómo tóra pia
píres to drómo ton kakó ton kolasméno
tis amartías píres tin katiforiá
pu tha se káni éna kormí distichisméno.
Bori na me katéstrepses
egó ómos se lipáme
thélo na zíso gia na do
to télos su pio tha `ne.
An katastráfika etía is’ esí
esí pu m’ ékanes na zo stin katafrónia
ma tóra pu `matha pos zis mes sti ntropí
de se misó ma móno esthánome sibónia.
Me katigórises pos ímuna ftochós
ke den borusame na zume emis i dío
ma den eskéftikes kathólu distichós
pos ke i ftóchia échi kápio megalio.
|