Είμαστε όλοι ένα τσούρμο
ξακουσμένοι πειρατές,
δε φοβόμαστε Νεράϊδες,
τις αρπάζουμε κι αυτές.
Και τις δένουμε αμέσως
απ’ το πόδι κι απ’ το χέρι,
γιατί έχουμε αρχηγό
τον Γαντζοχέρη.
Θα τα πιάσουμε στον ύπνο
τα χαμένα τα παιδιά,
στου κορκόδειλα θα πάνε
την απαίσια κοιλιά.
Θα τα φάει σαν μεζεδάκια
με ζαμπόν, τυρί κασέρι
γιατί έχουμε αρχηγό
τον Γαντζοχέρη.
Κάπταιν Χουκ ο Γαντζοχέρης
είν’ αυτός ο αρχηγός μας,
είναι μάγκας, ντερμπεντέρης,
το σκοτάδι και το φως μας.
|
Imaste óli éna tsurmo
ksakusméni piratés,
de fovómaste Neráides,
tis arpázume ki aftés.
Ke tis dénume amésos
ap’ to pódi ki ap’ to chéri,
giatí échume archigó
ton Gantzochéri.
Tha ta piásume ston ípno
ta chaména ta pediá,
stu korkódila tha páne
tin apesia kiliá.
Tha ta fái san mezedákia
me zabón, tirí kaséri
giatí échume archigó
ton Gantzochéri.
Kápten Chuk o Gantzochéris
in’ aftós o archigós mas,
ine mágkas, nterbentéris,
to skotádi ke to fos mas.
|