Στις τρεις τα μεσάνυχτα με μάτια μισάνοιχτα,
σε βλέπω στον καναπέ σαν σκιά τρομαγμένη,
μιλάς στο τηλέφωνο και με τρόπο ένοχο,
την πλάτη σου μου γυρνάς να μη δω τι συμβαίνει.
Μια νύχτα ακόμη
που θα πρέπει εγώ να κρατάω τα προσχήματα,
μια νύχτα ακόμη
έχει γίνει στυγνός συνωμότης μ’ εσένα,
μια νύχτα ακόμη
ξεπουλάς δίχως οίκτο δικά μου αισθήματα,
μια νύχτα ακόμη
που δε λέει ποτέ να τελειώσει για μένα,
για μένα, για μένα, για μένα, για μένα.
Στις τρεις τα μεσάνυχτα με μάτια μισάνοιχτα,
ξανά στο τηλέφωνο, με ανάσα που τρέμει,
σε βλέπω να του μιλάς, του λες πως τον αγαπάς,
σχεδόν τον παρακαλάς και αυτό με τρελαίνει.
Μια νύχτα ακόμη
που θα πρέπει εγώ να κρατάω τα προσχήματα,
μια νύχτα ακόμη
έχει γίνει στυγνός συνωμότης μ’ εσένα,
μια νύχτα ακόμη
ξεπουλάς δίχως οίκτο δικά μου αισθήματα,
μια νύχτα ακόμη
που δε λέει ποτέ να τελειώσει για μένα,
για μένα, για μένα, για μένα, για μένα.
|
Stis tris ta mesánichta me mátia misánichta,
se vlépo ston kanapé san skiá tromagméni,
milás sto tiléfono ke me trópo énocho,
tin pláti su mu girnás na mi do ti simveni.
Mia níchta akómi
pu tha prépi egó na kratáo ta proschímata,
mia níchta akómi
échi gini stignós sinomótis m’ eséna,
mia níchta akómi
ksepulás díchos ikto diká mu esthímata,
mia níchta akómi
pu de léi poté na teliósi gia ména,
gia ména, gia ména, gia ména, gia ména.
Stis tris ta mesánichta me mátia misánichta,
ksaná sto tiléfono, me anása pu trémi,
se vlépo na tu milás, tu les pos ton agapás,
schedón ton parakalás ke aftó me treleni.
Mia níchta akómi
pu tha prépi egó na kratáo ta proschímata,
mia níchta akómi
échi gini stignós sinomótis m’ eséna,
mia níchta akómi
ksepulás díchos ikto diká mu esthímata,
mia níchta akómi
pu de léi poté na teliósi gia ména,
gia ména, gia ména, gia ména, gia ména.
|