Μ’ ένα κοχύλι απ’ τον αιώνα της φωτιάς
στο Σύμπαν ήχοι δραπετεύουν μυστικοί
κι ενώνουν μοίρες, πεπρωμένα κι εποχές
σε μια τροχιά του Παραδείσου αναρχική.
Κι έρχονται κύματα του κόσμου οι καρδιές
απ’ τους πλανήτες της σιωπής και της οργής
στις Συμπληγάδες τ’ Ουρανού, να κλειδωθούν
στα Βαβυλώνια διαστημόπλοια της Γης.
Μες στην πορφύρα ταξιδεύουν οι Θεοί
απ’ τους Δελφούς μέχρι τη Μεσοποταμία
πνίγουν τους πύργους της Βαβέλ στην τρικυμία
κι ανάσα δίνουν στην καινούρια εποχή.
Στη Μέκκα και στη Βηθλεέμ μια τέτοιαν ώρα
μικρά ανοίγουν των Χρησμών τα Δώρα.
Μες στους ανέμους μες στο μάτι του Θεού
μια Κιβωτός σαν κόκκος άμμου πάει βαθιά
κι από το δάκρυ που η ένωση γεννά
το Νέο Μέλλον αναδύεται αργά.
Κι έρχονται κύματα του κόσμου οι καρδιές
απ’ τους πλανήτες του Φωτός και της Ευχής
με το ατσάλι της ψυχής να μετρηθούν
και να το λιώσουν στην φωτιά της προσευχής.
|
M’ éna kochíli ap’ ton eóna tis fotiás
sto Síban íchi drapetevun mistiki
ki enónun mires, peproména ki epochés
se mia trochiá tu Paradisu anarchikí.
Ki érchonte kímata tu kósmu i kardiés
ap’ tus planítes tis siopís ke tis orgís
stis Sibligádes t’ Oiranu, na klidothun
sta Oavilónia diastimóplia tis Gis.
Mes stin porfíra taksidevun i Thei
ap’ tus Delfus méchri ti Mesopotamía
pnígun tus pírgus tis Oavél stin trikimía
ki anása dínun stin kenuria epochí.
Sti Mékka ke sti Oithleém mia tétian óra
mikrá anigun ton Chrismón ta Dóra.
Mes stus anémus mes sto máti tu Theu
mia Kivotós san kókkos ámmu pái vathiá
ki apó to dákri pu i énosi genná
to Néo Méllon anadíete argá.
Ki érchonte kímata tu kósmu i kardiés
ap’ tus planítes tu Fotós ke tis Efchís
me to atsáli tis psichís na metrithun
ke na to liósun stin fotiá tis prosefchís.
|