Σου ‘λεγα αστεία να γελάς
κι έφευγε απ’ τα μάτια σου η πίκρα
σου ‘λεγα κοιμήσου, σ’ αγαπώ
κοιμήσου είμαι δικός σου, καληνύχτα
Μου ‘λεγες φοβάμαι την ζωή
τους ανθρώπους όλους τους φοβάμαι
σου ‘λεγα κοιμήσου είναι πρωί
κοιμήσου εγώ δικός σου πάντα θα ‘μαι
Τώρα ποιος
θα σ’ αγκαλιάζει
ποιος το χέρι σου κρατάει
ποιος στα μάτια σε κοιτάει
και σου λέει σ’ αγαπάει
Τώρα ποιος;
Σου ‘λεγα δε θέλω να πονάς
στον καημό δεν είσαι μαθημένη
σου ‘λεγα κοιμήσου, σ’ αγαπώ
κοιμήσου είμαι δικός σου αγαπημένη
Εκλαιγες σαν έσβηνα το φως
κι έλεγες την νύχτα τη φοβάμαι
σου ‘λεγα κοιμήσου, σ’ αγαπώ
κοιμήσου εγώ δικός σου πάντα θα ‘μαι
|
Su ‘lega astia na gelás
ki éfevge ap’ ta mátia su i píkra
su ‘lega kimísu, s’ agapó
kimísu ime dikós su, kaliníchta
Mu ‘leges fováme tin zoí
tus anthrópus ólus tus fováme
su ‘lega kimísu ine pri
kimísu egó dikós su pánta tha ‘me
Tóra pios
tha s’ agkaliázi
pios to chéri su kratái
pios sta mátia se kitái
ke su léi s’ agapái
Tóra pios;
Su ‘lega de thélo na ponás
ston kaimó den ise mathiméni
su ‘lega kimísu, s’ agapó
kimísu ime dikós su agapiméni
Ekleges san ésvina to fos
ki éleges tin níchta ti fováme
su ‘lega kimísu, s’ agapó
kimísu egó dikós su pánta tha ‘me
|