Τα πρώτα θύματα καλέ μου που `χα δει
δεν ήταν θύματα που λένε του πολέμου
ήταν τα ίδια μου τα αισθήματα γιατί
τον κόσμο ρούφηξα φωτιά στο ναργιλέ μου
Και φυσαλίδα τη φυσαλίδα
πως δεν ξημέρωνε πρωί, εγώ το είδα
λες κι ήταν ζάχαρη η φυγή
καρδιά που θέλησες
κι ύστερα ήρθαν οι μέλισσες…
Πως δεν αισθάνομαι ποτέ κι είμαι σκληρή
και πως για λόγια απ’ τα πικρά πετάω το γάντι
Μπορεί και να ‘ναι αλήθεια, αυτό παρηγορεί
που θες να κόβεις το γυαλί μ’ ένα διαμάντι
|
Ta próta thímata kalé mu pu `cha di
den ítan thímata pu léne tu polému
ítan ta ídia mu ta esthímata giatí
ton kósmo rufiksa fotiá sto nargilé mu
Ke fisalída ti fisalída
pos den ksimérone pri, egó to ida
les ki ítan záchari i figí
kardiá pu thélises
ki ístera írthan i mélisses…
Pos den esthánome poté ki ime sklirí
ke pos gia lógia ap’ ta pikrá petáo to gánti
Bori ke na ‘ne alíthia, aftó parigori
pu thes na kóvis to gialí m’ éna diamánti
|