Ξενύχτης πάλι έμεινα
στην πόρτα σου, μικρό μου
και με τραγούδια σου ‘λεγα
τον πόνο, τον καημό μου.
Για πάρε την καρδούλα μου
και κάνε την κομμάτια,
σ΄ αυτή μονάχα θέ να βρεις
τα δυο γλυκά σου μάτια.
Στ’ ορκίζομαι στα νιάτα μου
αλήθεια που σου λέω,
αν δε σε κάνω ταίρι μου,
για πάντοτε θα κλαίω.
Αν θέλεις άντρα πλούσιο,
να μου το πεις, μικρό μου,
να χάσω την ελπίδα μου,
να σβήσω τον καημό μου.
Έλα μ’ εμένα τον φτωχό,
τα πλούτη μην κοιτάζεις,
δίχως αγάπη αν παντρευτείς,
πάντα θ’ αναστενάζεις
|
Kseníchtis páli émina
stin pórta su, mikró mu
ke me tragudia su ‘lega
ton póno, ton kaimó mu.
Gia páre tin kardula mu
ke káne tin kommátia,
s΄ aftí monácha thé na vris
ta dio gliká su mátia.
St’ orkízome sta niáta mu
alíthia pu su léo,
an de se káno teri mu,
gia pántote tha kleo.
An thélis ántra plusio,
na mu to pis, mikró mu,
na cháso tin elpída mu,
na svíso ton kaimó mu.
Έla m’ eména ton ftochó,
ta pluti min kitázis,
díchos agápi an pantreftis,
pánta th’ anastenázis
|