Του ήλιου σβήστηκε το φως
εχάθη το φεγγάρι
και πάει το παλικάρι
καημός και πόθος μου κρυφός
Πέτρα την πέτρα περπατώ
το αίμα του ανασαίνω
και πια δεν περιμένω
μου σκότωσαν τον π’ αγαπώ
Καημός και πόθος μου κρυφός
η νύκτα τον τυλίγει
και τη φωνή μου πνίγει
ο πόνος μου ‘γινε αδελφός
Πέτρα την πέτρα περπατώ
το αίμα του ανασαίνω
και πια δεν περιμένω
μου σκότωσαν τον π’ αγαπώ
Ήρθε να μ’ εύρει την αυγή
ήρθε να με φιλήσει
ήρθε για να γεμίσει
γαρύφαλλα κι αστέρια η γη
Πέτρα την πέτρα περπατώ,
φέγγει και ξημερώνει
Γλυκό πουλί τ’ αηδόνι
τραγούδα μου τον π’ αγαπώ.
|
Tu íliu svístike to fos
echáthi to fengári
ke pái to palikári
kaimós ke póthos mu krifós
Pétra tin pétra perpató
to ema tu anaseno
ke pia den periméno
mu skótosan ton p’ agapó
Kaimós ke póthos mu krifós
i níkta ton tilígi
ke ti foní mu pnígi
o pónos mu ‘gine adelfós
Pétra tin pétra perpató
to ema tu anaseno
ke pia den periméno
mu skótosan ton p’ agapó
Ήrthe na m’ evri tin avgí
írthe na me filísi
írthe gia na gemísi
garífalla ki astéria i gi
Pétra tin pétra perpató,
féngi ke ksimeróni
Glikó pulí t’ aidóni
traguda mu ton p’ agapó.
|