Στη Νέα Σμύρνη μια γριά
απ’ τα χωριά της Προύσας
νοικοκυρές το νου σας
μαζεύει γέρους και παιδιά
τριγύρω στο ντιβάνι
κι αινίγματα τους βάνει.
Ποιος είναι αυτός που περπατεί στα τέσσερα καβάλα
με ήλιο και ψιχάλα
κρατεί στο χέρι το σπαθί φορεί λουριά στα στήθια
και λέει παραμύθια.
Εκεί στα παραπήγματα
πες το να μην το πω
θα λύσουν τα αινίγματα
και θα γενεί κακό.
Ποιος είναι αυτός με το λειρί και την χρυσή καδένα
που κολυμπάει στη στέρνα.
Ποιος είναι αυτός με το φλουρί τη σμύρνα το λιβάνι
που τρώει και δε φτάνει.
Στη Νέα Σμύρνη μια γριά
ρωτά με τα σωστά της
την αναδεξιμιά της.
Πόσο κρατάνε τα βουνά την άνοιξη το χιόνι
και ποιος νοτιάς το λιώνει.
|
Sti Néa Smírni mia griá
ap’ ta choriá tis Prusas
nikokirés to nu sas
mazevi gérus ke pediá
trigiro sto ntiváni
ki enígmata tus váni.
Pios ine aftós pu perpati sta téssera kavála
me ílio ke psichála
krati sto chéri to spathí fori luriá sta stíthia
ke léi paramíthia.
Eki sta parapígmata
pes to na min to po
tha lísun ta enígmata
ke tha geni kakó.
Pios ine aftós me to lirí ke tin chrisí kadéna
pu kolibái sti stérna.
Pios ine aftós me to flurí ti smírna to liváni
pu trói ke de ftáni.
Sti Néa Smírni mia griá
rotá me ta sostá tis
tin anadeksimiá tis.
Póso kratáne ta vuná tin ániksi to chióni
ke pios notiás to lióni.
|