Κλωστές κρατάνε και κινούμαι σε μια ξύλινη σχεδία,
κλωστές διάφανες στο χρώμα της σκιάς.
Ο χρόνος σκόρπισε λουλούδια τι ειρωνεία!
ίδια τα δώρα του χαμού και της χαράς.
Κλωστές κρατάνε και κινούμαι σ’ ένα ξέφωτο που τρίζει
από το φως που εξατμίζει τη δροσιά.
Θυμάμαι μου `χες πει “η δύναμη κοστίζει”,
όμως κοστίζει πιο πολύ μια αγκαλιά.
Κλωστές, τα σύνορα του κόσμου.
Κλωστές, ο φόβος κι ο θυμός μου.
Κλωστές κρατάνε και κινούμαι σε μια χώρα που επιπλέει
με επιβάτες παραμύθια και θεούς,
κρατώντας γύφτικο ζουρνά, στήνει καρτέρι
να μας μαγέψει με της Κίρκης τους λυγμούς.
Κλωστές, τα σύνορο του κόσμου.
Κλωστές, ο φόβος κι ο θυμός μου.
Κλωστές σπασμένες που χορεύουν σαν νιφάδες,
στους ώμους κάτι που με καίει σαν πληγή.
Τώρα δεν έχω μυστικά και δε φοβάμαι,
τώρα μπορώ να περπατήσω όλη τη γη.
|
Klostés kratáne ke kinume se mia ksílini schedía,
klostés diáfanes sto chróma tis skiás.
O chrónos skórpise luludia ti ironia!
ídia ta dóra tu chamu ke tis charás.
Klostés kratáne ke kinume s’ éna kséfoto pu trízi
apó to fos pu eksatmízi ti drosiá.
Thimáme mu `ches pi “i dínami kostízi”,
ómos kostízi pio polí mia agkaliá.
Klostés, ta sínora tu kósmu.
Klostés, o fóvos ki o thimós mu.
Klostés kratáne ke kinume se mia chóra pu epipléi
me epivátes paramíthia ke theus,
kratóntas giftiko zurná, stíni kartéri
na mas magépsi me tis Kírkis tus ligmus.
Klostés, ta sínoro tu kósmu.
Klostés, o fóvos ki o thimós mu.
Klostés spasménes pu chorevun san nifádes,
stus ómus káti pu me kei san pligí.
Tóra den écho mistiká ke de fováme,
tóra boró na perpatíso óli ti gi.
|