Σαν μια βροχή από στάχτες σε μια οπάλινη θάλασσα
κύλησα στη ζωή σου κι έτσι όλα τα χάλασα
Έτσι απόμεινε εδώ ένας πέτρινος γίγαντας
ένα ολέθριο τίποτα κεντημένο απ’ τ’ άστρα σου
Πόσο ακόμα θα υπάρχω στις ρακένδυτες μνήμες σου
πόσο ακόμα θα ψάχνω αιμορραγώντας με στίχους
την ανάσα απ’ το γέλιο σου, τους τριγμούς απ’ τα βήματα
της αγάπης το τρέμουλο στους σπασμούς της φωνής σου
Τόσα χρόνια σπατάλησα να προσμένω τον ίσκιο σου
ένα χέρι ζεστό ας μου κλείσει τα μάτια
Ξεψυχάω ανήμπορος μακριά απ’ τα χάδια σου
στη ζωή μου πια δύουνε πεθαμένα φεγγάρια
Κυριακή των Βαΐων ανοιξιάτικο βράδυ
σου στέλνω για τη γιορτή σου καρτ ποστάλ απ’ τον Άδη
|
San mia vrochí apó stáchtes se mia opálini thálassa
kílisa sti zoí su ki étsi óla ta chálasa
Έtsi apómine edó énas pétrinos gigantas
éna oléthrio típota kentiméno ap’ t’ ástra su
Póso akóma tha ipárcho stis rakéndites mnímes su
póso akóma tha psáchno emorragóntas me stíchus
tin anása ap’ to gélio su, tus trigmus ap’ ta vímata
tis agápis to trémulo stus spasmus tis fonís su
Tósa chrónia spatálisa na prosméno ton ískio su
éna chéri zestó as mu klisi ta mátia
Ksepsicháo aníboros makriá ap’ ta chádia su
sti zoí mu pia díune pethaména fengária
Kiriakí ton Oaΐon aniksiátiko vrádi
su stélno gia ti giortí su kart postál ap’ ton Άdi
|