Λιγνό κορμί αράπικο
ξεχνιέσαι στο χασάπικο
και οι ματιές σου σφάχτες.
Και τα μαλλιά στους ώμους σου,
στις πλάτες και στους κόρφους σου
τρέχουνε καταρράχτες.
Πως ευωδιάζει η σάρκα σου
απ’ τον γλυκό τον ίδρω σου
και πως αστράφτεις όλη.
Με κόβουν τ’ άσπρα δόντια σου
και πέφτω μπρος στα πόδια σου
να με πατάς σαν τσόλι.
Ψηλό κορίτσι μάγισσα
σαν το ποτήρι ράγισα
στη μεθυσμένη νύχτα.
Κι αν δε με θεν τα χέρια σου,
άρπαξε τα μαχαίρια σου
και στην καρδιά μου μπήχ’ τα.
|
Lignó kormí arápiko
ksechniése sto chasápiko
ke i matiés su sfáchtes.
Ke ta malliá stus ómus su,
stis plátes ke stus kórfus su
tréchune katarráchtes.
Pos evodiázi i sárka su
ap’ ton glikó ton ídro su
ke pos astráftis óli.
Me kóvun t’ áspra dóntia su
ke péfto bros sta pódia su
na me patás san tsóli.
Psiló korítsi mágissa
san to potíri rágisa
sti methisméni níchta.
Ki an de me then ta chéria su,
árpakse ta macheria su
ke stin kardiá mu bích’ ta.
|