Θυμήσου στο Ακαπούλκο
τα όμορφα βράδια
Μαρία Μπονίτα γεμάτα χάδια.
Θυμήσου πάνω στην άμμο
που μου είχαν τάξει
χρυσά παλάτια τα δυο σου μάτια.
Θυμήσου
τα κυματάκια που αγκαλιάζαν
με παιχνιδάκια το θείο κορμί σου.
Στα μάτια εγώ σε κοιτούσα
και μέσα από την ψυχή μου
να ‘σαι δική μου, πώς λαχταρούσα.
Σου έλεγα λόγια αγάπης πρωί και βράδυ
Μαρία Μπονίτα με χτυποκάρδι
και πίστευα τα όνειρά μου
η θεία μορφή σου
να ζωντανέψει με την πνοή σου.
Επάνω μας το φεγγάρι χαμογελούσε
και μας σκορπούσε χάδια ασημένια
και με κοιτούσε με ζήλια να ενώνω εγώ
στα δικά σου τα δυο μου χείλη.
|
Thimísu sto Akapulko
ta ómorfa vrádia
María Boníta gemáta chádia.
Thimísu páno stin ámmo
pu mu ichan táksi
chrisá palátia ta dio su mátia.
Thimísu
ta kimatákia pu agkaliázan
me pechnidákia to thio kormí su.
Sta mátia egó se kitusa
ke mésa apó tin psichí mu
na ‘se dikí mu, pós lachtarusa.
Su élega lógia agápis pri ke vrádi
María Boníta me chtipokárdi
ke písteva ta ónirá mu
i thia morfí su
na zontanépsi me tin pnoí su.
Epáno mas to fengári chamogeluse
ke mas skorpuse chádia asiménia
ke me kituse me zília na enóno egó
sta diká su ta dio mu chili.
|