Με σβησμένα φώτα πώς κυκλοφορείς;
Κάπου θα ματώσεις τ’ άσπρα που φορείς.
Η λεωφόρος κρύβει χίλιες δυο παγίδες
που εσύ ακόμα δεν τις ξέρεις, δεν τις είδες.
Με σβησμένα φώτα, πες μου για πού πας.
Δε σε αγαπούνε όλοι όσους αγαπάς.
Με σβησμένα φώτα πήγαινα κι εγώ,
κι από τον γκρεμό μου τώρα
πες μου πώς θα βγω.
Στις γωνιές του δρόμου σε παραφυλούν,
για ζωή μεγάλη τάχα σου μιλούν.
Οι φωτεινές επιγραφές αν σε θαμπώσουν,
κάποιες ανθρώπινες σκιές θα σ’ εξοντώσουν.
Με σβησμένα φώτα, πες μου για πού πας.
Δε σε αγαπούνε όλοι όσους αγαπάς.
Με σβησμένα φώτα πήγαινα κι εγώ,
κι από τον γκρεμό μου τώρα
πες μου πώς θα βγω.
|
Me svisména fóta pós kikloforis;
Kápu tha matósis t’ áspra pu foris.
I leofóros krívi chílies dio pagides
pu esí akóma den tis kséris, den tis ides.
Me svisména fóta, pes mu gia pu pas.
De se agapune óli ósus agapás.
Me svisména fóta pígena ki egó,
ki apó ton gkremó mu tóra
pes mu pós tha vgo.
Stis goniés tu drómu se parafilun,
gia zoí megáli tácha su milun.
I fotinés epigrafés an se thabósun,
kápies anthrópines skiés tha s’ eksontósun.
Me svisména fóta, pes mu gia pu pas.
De se agapune óli ósus agapás.
Me svisména fóta pígena ki egó,
ki apó ton gkremó mu tóra
pes mu pós tha vgo.
|