Να σε μισήσω είν’ αργά
αέρας με δροσολογά
με κυνηγούν οι μέλισσες
κι εσύ που δε με θέλησες.
Τινάζω το βασιλικό
να σταματήσω το κακό
σ`είχανε δέσει μάγισσες
μα πάλι εσύ με ράγισες.
Νυχτώνει βγαίνω να σε βρω
σα φεγγαράκι δυο μερώ
κλειστά παραθυρόφυλλα
να μ`αγαπάς πώς το`θελα.
Θυμάρι ρίχνω στις φωτιές
με τυραννούν οι ομορφιές
οι ομορφιές οι φόνισσες
κι εσύ που με λησμόνησες.
Αν κλάψω μη με φοβηθείς
την ένοιωσα και πριν χαθείς
μια πίκρα στο ροδόνερο
γιατί μ`αρνιόσουν τ`όνειρο.
Θα ρίχνω εκεί που περπατάς
τον όρκο μας να τον πατάς
κι ας με πονούν οι μέλισσες
κι εσύ που δε με θέλησες
|
Na se misíso in’ argá
aéras me drosologá
me kinigun i mélisses
ki esí pu de me thélises.
Tinázo to vasilikó
na stamatíso to kakó
s`ichane dési mágisses
ma páli esí me rágises.
Nichtóni vgeno na se vro
sa fengaráki dio meró
klistá parathirófilla
na m`agapás pós to`thela.
Thimári ríchno stis fotiés
me tirannun i omorfiés
i omorfiés i fónisses
ki esí pu me lismónises.
An klápso mi me fovithis
tin éniosa ke prin chathis
mia píkra sto rodónero
giatí m`arniósun t`óniro.
Tha ríchno eki pu perpatás
ton órko mas na ton patás
ki as me ponun i mélisses
ki esí pu de me thélises
|