Μην πιεις απ’ το ποτήρι μου,
το ‘χω γιομίσει, το ‘χω γιομίσει δάκρυ
που μέρα νύχτα κάθεται
μες στου ματιού, μες στου ματιού την άκρη.
Μην τα φιλάς τα χείλη μου,
θα σε ποτίσω πίκρα
που κάποιο Σαββατόβραδο
την βρήκα και την ήπια,
που κάποιο Σαββατόβραδο
την βρήκα και την ήπια.
Μην τα κοιτάς τα χέρια μου,
δεν ξέρουν να, δεν ξέρουν ν’ αγκαλιάζουν,
τα ΄χει χτυπήσει κεραυνός
και με συντρίμμια, και με συντρίμμια μοιάζουν.
Μην τα φιλάς τα χείλη μου,
θα σε ποτίσω πίκρα
που κάποιο Σαββατόβραδο
την βρήκα και την ήπια,
που κάποιο Σαββατόβραδο
την βρήκα και την ήπια.
|
Min piis ap’ to potíri mu,
to ‘cho giomísi, to ‘cho giomísi dákri
pu méra níchta káthete
mes stu matiu, mes stu matiu tin ákri.
Min ta filás ta chili mu,
tha se potíso píkra
pu kápio Savvatóvrado
tin vríka ke tin ípia,
pu kápio Savvatóvrado
tin vríka ke tin ípia.
Min ta kitás ta chéria mu,
den ksérun na, den ksérun n’ agkaliázun,
ta ΄chi chtipísi keravnós
ke me sintrímmia, ke me sintrímmia miázun.
Min ta filás ta chili mu,
tha se potíso píkra
pu kápio Savvatóvrado
tin vríka ke tin ípia,
pu kápio Savvatóvrado
tin vríka ke tin ípia.
|