Μοιάζεις σαν να ‘ρθες απ’ το χθες
στις εβδομήντα οχτώ στροφές
του φωνογράφου
σαν να ‘χεις βγει από σκηνές
κάποιας ταινίας του βωβού
κινηματογράφου
Κι είναι τα μάτια σου ελάφια φοβισμένα
σ’ αυτόν τον κόσμο που ‘ναι όλα χιονισμένα
αυτά τα μάτια τα ορφανά
που τα κοιτώ και η καρδιά μου με πονά
Κι είναι τα χέρια σου δειλά και λυπημένα
σ’ αυτόν τον κόσμο που ‘ναι όλα πουλημένα
αυτά τα χέρια τα ορφανά
που τα κοιτώ και η καρδιά μου με πονά
Δεν είσαι εσύ της αγοράς
χρυσό φτιασίδι της χαράς
απ’ το λιμάνι
Είσαι από ‘κείνες τις μορφές
που σεργιανούν στις ζωγραφιές
του Μοντιλιάνι
|
Miázis san na ‘rthes ap’ to chthes
stis evdomínta ochtó strofés
tu fonográfu
san na ‘chis vgi apó skinés
kápias tenías tu vovu
kinimatográfu
Ki ine ta mátia su eláfia fovisména
s’ aftón ton kósmo pu ‘ne óla chionisména
aftá ta mátia ta orfaná
pu ta kitó ke i kardiá mu me poná
Ki ine ta chéria su dilá ke lipiména
s’ aftón ton kósmo pu ‘ne óla puliména
aftá ta chéria ta orfaná
pu ta kitó ke i kardiá mu me poná
Den ise esí tis agorás
chrisó ftiasídi tis charás
ap’ to limáni
Ise apó ‘kines tis morfés
pu sergianun stis zografiés
tu Montiliáni
|