Θέλω να ΄μαι μόνη όταν φεύγω,
δίπλα μου δε θέλω ούτε ψυχή.
Λόγια να μην πω που δεν πιστεύω,
δάκρυα να μην πιω, πικρή βροχή.
Θέλω να ‘μαι μόνη όταν φεύγω
δίχως εξηγήσεις κι αγκαλιές.
Μες στου χωρισμού το άγριο έργο
να ‘μαι εγώ που σβήνω τις φωτιές.
Δε θα σου ορκιστώ πως θα πεθάνω,
μόνο πως θ’ αντέξω και θα ζήσω.
Τέλειωσε και δεν το ξανακάνω
το ταξίδι που άρχισα μαζί σου.
Άλλο δεν μπορώ να σου χαρίσω
μη μου λες πως φταίω εγώ για όλα.
Είναι η ζωή σου που θυμώνει
κι όσο εσύ στα ψέματα την παίρνεις
τόσο αυτή στ’ αλήθεια σε σκοτώνει.
Δε θα σου ορκιστώ πως θα πεθάνω,
μόνο πως θ’ αντέξω και θα ζήσω.
Τέλειωσε και δεν το ξανακάνω
το ταξίδι που άρχισα μαζί σου.
Άλλο δεν μπορώ να σου χαρίσω,
δε θα σου ορκιστώ πως θα πεθάνω,
μόνο πως θ’ αντέξω και θα ζήσω.
|
Thélo na ΄me móni ótan fevgo,
dípla mu de thélo ute psichí.
Lógia na min po pu den pistevo,
dákria na min pio, pikrí vrochí.
Thélo na ‘me móni ótan fevgo
díchos eksigísis ki agkaliés.
Mes stu chorismu to ágrio érgo
na ‘me egó pu svíno tis fotiés.
De tha su orkistó pos tha petháno,
móno pos th’ antékso ke tha zíso.
Téliose ke den to ksanakáno
to taksídi pu árchisa mazí su.
Άllo den boró na su charíso
mi mu les pos fteo egó gia óla.
Ine i zoí su pu thimóni
ki óso esí sta psémata tin pernis
tóso aftí st’ alíthia se skotóni.
De tha su orkistó pos tha petháno,
móno pos th’ antékso ke tha zíso.
Téliose ke den to ksanakáno
to taksídi pu árchisa mazí su.
Άllo den boró na su charíso,
de tha su orkistó pos tha petháno,
móno pos th’ antékso ke tha zíso.
|