Το τσιγάρο αναμμένο
είναι τρεις και επιμένω
να κοιτώ το ρολόι ακόμα.
Είχες πει θα γυρίσω
τι σε κράτησε πίσω
χωρισμένη η ψυχή απ’ το σώμα.
Μονοψήφιες ώρες
πέφτουν πάντα οι μπόρες
πως μπορείς μακριά μου να είσαι.
Νύχτα φέρε μου δώρα
πως σε ήθελα τώρα
αχ, φεγγάρι μη βλέπεις και σβήσε.
Αν σε είχα πιστέψει
ίσως είχα αντέξει
η αλήθεια πονάει μα λυτρώνει.
Ξημερώνει και πάλι
του έρωτα μου η ζάλη
θα κρυφτεί μες στο άδειο σεντόνι.
Μονοψήφιες ώρες
πέφτουν πάντα οι μπόρες
πως μπορείς μακριά μου να είσαι.
Νύχτα φέρε μου δώρα
πως σε ήθελα τώρα
αχ, φεγγάρι μη βλέπεις και σβήσε.
|
To tsigáro anamméno
ine tris ke epiméno
na kitó to rolói akóma.
Iches pi tha giríso
ti se krátise píso
chorisméni i psichí ap’ to sóma.
Monopsífies óres
péftun pánta i bóres
pos boris makriá mu na ise.
Níchta fére mu dóra
pos se íthela tóra
ach, fengári mi vlépis ke svíse.
An se icha pistépsi
ísos icha antéksi
i alíthia ponái ma litróni.
Ksimeróni ke páli
tu érota mu i záli
tha krifti mes sto ádio sentóni.
Monopsífies óres
péftun pánta i bóres
pos boris makriá mu na ise.
Níchta fére mu dóra
pos se íthela tóra
ach, fengári mi vlépis ke svíse.
|